Μία Απρόσμενη Συνάντηση (Πριν Από Μία Προγραμματισμένη Συνάντηση)
Συνάντησα τα δύο αυτά λούτρινα παιχνίδια χθες, ενώ πήγαινα σε μια συνάντηση. Πιάσαμε για λίγο την κουβέντα, και μου είπαν τα πάντα: Για το πώς ο καφέ αρκούδος είναι ερωτευμένος με τη λευκή αρκούδα, για το πώς η λευκή αρκούδα είναι ερωτευμένη με τον καφέ αρκούδο, ενώ μου αποκάλυψαν και ότι θέλουν να παρατήσουν τα πάντα μαζί, και να ταξιδέψουν μαζί, με μόνη τους ιδιοκτησία τούτη τη μηχανή.
Σ’ εκείνο το σημείο, θεώρησα υποχρέωση μου να τους εξηγήσω πως έχουν κάτσει ανάποδα στη μηχανή, κι ότι έτσι όπως κάθονται δεν μπορούν να πάνε πουθενά.
‘‘Όπως και να κάτσουμε στη μηχανή, δεν μπορούμε να πάμε πουθενά’’ απάντησε ο καφέ αρκούδος, φανερά στεναχωρημένος. ’‘Είμαστε απλώς παρατημένα παιχνίδια. Αν δεν μας είχες προσέξει εδώ, δεν θα είχαμε καν φωνή. Μόλις προχωρήσεις παρακάτω, και δώσεις με τη φαντασία σου ζωή σε άλλους κόσμους, ο δικός μας θα έχει ήδη σβήσει. Βλέπεις, Αλέξη, αυτό είναι ένα από τα μειονεκτήματα του να μην είμαστε αληθινοί: Η ύπαρξη μας είναι απελπιστικά βασισμένη στη διάρκεια του βλέμματος που θα διεκδικήσουμε από περαστικούς σαν εσένα. Όταν το βλέμμα σου ταξιδέψει αλλού, όλα τα δικά μας όνειρα να ταξιδέψουμε δεν θα έχουν τελειώσει απλώς – δεν θα έχουν υπάρξει ποτέ.’’
Δεν ξέρω για σας, αλλά εγώ δεν ήμουν προετοιμασμένος για τα λόγια του καφέ αρκούδου, τα οποία μού έφεραν αναπάντεχη θλίψη. Ντρέπομαι που τ’ ομολογώ, αλλά σ’ εκείνο το σημείο δεν είχα καν το κουράγιο να σκεφτώ μια απάντηση για να παρηγορήσω τους φίλους μου. Άλλωστε είχε έρθει καιρός να προχωρήσω – βλέπετε, ένα από τα μειονεκτήματα του ν’ ανήκουμε στον κόσμο των μεγάλων, είναι πως ο επιτρεπόμενος χρόνος που μας δίνεται για να ζωντανέψουμε με τη φαντασία μας εγκαταλελειμμένα παιχνίδια είναι αρκετά περιορισμένος.
Το πρώτο βήμα είχε τεράστια σημασία. Έκανα λοιπόν το πρώτο μου βήμα αργά, κι ευτυχώς ο καφέ αρκούδος κατάλαβε, και πρόλαβε να σφίξει τη λευκή αρκούδα στη αγκαλιά του μία ακόμα φορά, πριν το επόμενο βήμα με απομακρύνει, και το βλέμμα μου χαθεί για πάντα απ' το δικό τους.
___
© Αλέξης Αντωνόπουλος
Φωτογραφία (κορυφή) από: Christos Lolos
Σ’ εκείνο το σημείο, θεώρησα υποχρέωση μου να τους εξηγήσω πως έχουν κάτσει ανάποδα στη μηχανή, κι ότι έτσι όπως κάθονται δεν μπορούν να πάνε πουθενά.
‘‘Όπως και να κάτσουμε στη μηχανή, δεν μπορούμε να πάμε πουθενά’’ απάντησε ο καφέ αρκούδος, φανερά στεναχωρημένος. ’‘Είμαστε απλώς παρατημένα παιχνίδια. Αν δεν μας είχες προσέξει εδώ, δεν θα είχαμε καν φωνή. Μόλις προχωρήσεις παρακάτω, και δώσεις με τη φαντασία σου ζωή σε άλλους κόσμους, ο δικός μας θα έχει ήδη σβήσει. Βλέπεις, Αλέξη, αυτό είναι ένα από τα μειονεκτήματα του να μην είμαστε αληθινοί: Η ύπαρξη μας είναι απελπιστικά βασισμένη στη διάρκεια του βλέμματος που θα διεκδικήσουμε από περαστικούς σαν εσένα. Όταν το βλέμμα σου ταξιδέψει αλλού, όλα τα δικά μας όνειρα να ταξιδέψουμε δεν θα έχουν τελειώσει απλώς – δεν θα έχουν υπάρξει ποτέ.’’
Δεν ξέρω για σας, αλλά εγώ δεν ήμουν προετοιμασμένος για τα λόγια του καφέ αρκούδου, τα οποία μού έφεραν αναπάντεχη θλίψη. Ντρέπομαι που τ’ ομολογώ, αλλά σ’ εκείνο το σημείο δεν είχα καν το κουράγιο να σκεφτώ μια απάντηση για να παρηγορήσω τους φίλους μου. Άλλωστε είχε έρθει καιρός να προχωρήσω – βλέπετε, ένα από τα μειονεκτήματα του ν’ ανήκουμε στον κόσμο των μεγάλων, είναι πως ο επιτρεπόμενος χρόνος που μας δίνεται για να ζωντανέψουμε με τη φαντασία μας εγκαταλελειμμένα παιχνίδια είναι αρκετά περιορισμένος.
Το πρώτο βήμα είχε τεράστια σημασία. Έκανα λοιπόν το πρώτο μου βήμα αργά, κι ευτυχώς ο καφέ αρκούδος κατάλαβε, και πρόλαβε να σφίξει τη λευκή αρκούδα στη αγκαλιά του μία ακόμα φορά, πριν το επόμενο βήμα με απομακρύνει, και το βλέμμα μου χαθεί για πάντα απ' το δικό τους.
___
© Αλέξης Αντωνόπουλος
Φωτογραφία (κορυφή) από: Christos Lolos